Χρήση των αιμοποιητικών βλαστοκυττάρων για τη θεραπεία της λοίμωξης από τον ιό HIV.
Είναι γνωστό εδώ και πολλά χρόνια ότι τα αιμοποιητικά βλαστοκύτταρα μπορούν να θεραπεύσουν ασθενείς με λοίμωξη από τον HIV. Η αρχική διαπίστωση έγινε σε ασθενείς με λευχαιμία οι οποίοι υποβλήθηκαν σε μεταμόσχευση αιμοποιητικών βλαστοκυττάρων και έλαβαν ένα αλλογενές αιμοποιητικό μόσχευμα από ασθενή ο οποίος έφερε την ομόζυγο μετάλλαξη CCR5-Δ32 (CCR5-Δ32/Δ32). Η εν λόγω μετάλλαξη προστατεύει τα κύτταρα του ανοσοποιητικού από την προσβολή από τον ιό HIV, δεν επιτρέπει την επαφή με τον ιό και ως εκ τούτου οι άνθρωποι που την φέρουν δεν προσβάλλονται, όσες φορές και εάν έχουν εκτεθεί. Μετά τη χρήση των βλαστοκυττάρων ο ιός HIV παρέμεινε μη ανιχνεύσιμος για περισσότερα από 6 χρόνια μετά τη διακοπή της αντιϊικής θεραπείας.
Ωστόσο, η μέθοδος αυτή θεραπείας δεν θα τύχει ευρείας εφαρμογής, δεδομένου ότι τα βλαστοκύτταρα που θα χρησιμοποιηθούν θα πρέπει να πληρούν δύο ουσιαστικές προϋποθέσεις: να φέρουν την ομόζυγη μετάλλαξη CCR5-Δ32 και να είναι απόλυτα ιστοσυμβατά. Για τους δότες αιμοποιητικών βλαστοκυττάρων από το περιφερικό αίμα ή τον μυελό των οστών υπάρχει ο περιορισμός της ιστοσυμβατότητας, ενώ για το ομφαλοπλακουντιακό αίμα λόγω του νεαρού της ηλικίας των βλαστοκυττάρων δεν απαιτείται απόλυτη ιστοσυμβατότητα.
Η αιμοποιητική μεταμόσχευση που χρησιμοποιεί αίμα ομφάλιου λώρου από δότες ομόζυγους για την μετάλλαξη CCR5-Δ32 είναι επί του παρόντος ο μόνος εφικτός τρόπος θεραπείας ασθενών που έχουν μολυνθεί από τον ιό HIV. Ωστόσο χρήση του ομφαλοπλακουντιακού αίματος θα γίνεται μόνο σε ασθενείς που εμφάνισαν λευχαιμία και ταυτόχρονα πάσχουν από την μόλυνση του ιού HIV. Δεν θα εφαρμόζεται σε ασθενείς που η πρωτογενής τους ασθένεια είναι η λοίμωξη από τον ιό, αλλά ως παρελκόμενη θεραπεία ασθενών με λευχαιμία που παρεμπιπτόντως πάσχουν και από HIV.
Συγκριτική μελέτη μεταξύ της μεταμόσχευσης αυτόλογων αιμοποιητικών βλαστοκυττάρων και της χρήσης φαρμακευτικής αγωγής σε ασθενείς με σκλήρυνση κατά πλάκας
Μια νέα μελέτη προσθέτει νέα στοιχεία στη θεραπεία ατόμων με σκλήρυνση κατά πλάκας με τη μεταμόσχευση βλαστοκυττάρων και μάλιστα ασθενών που βρίσκονται σε προχωρημένη φάση της νόσου.
Τα αυτόλογα αιμοποιητικά βλαστοκύτταρα χρησιμοποιούνται σε ορισμένους ασθενείς που πάσχουν από σκλήρυνση πάνω από 15 χρόνια, με σκοπό να επανεκκινήσουν το ελαττωματικό ανοσοποιητικό τους σύστημα. Μέχρι σήμερα τα αιμοποιητικά βλαστοκύτταρα έχουν χρησιμοποιηθεί για τη θεραπεία ασθενών που βρίσκονταν στα αρχικά στάδια της νόσου. Νεότερα ευρήματα υποδηλώνουν ότι το ίδιο θα μπορούσε να ισχύει και για ορισμένους ασθενείς που βρίσκονται στη δεύτερη φάση της νόσου, γνωστή ως δευτερογενής προϊούσα σκλήρυνση. Πρόσφατη δημοσίευση, η οποία αφορά 2.000 Ιταλούς ασθενείς με δευτερογενή προϊούσα σκλήρυνση κατά πλάκας που έλαβαν θεραπεία με βλαστοκύτταρα, αναφέρει ότι είχαν καλύτερη ποιότητα ζωής για τα επόμενα 5 χρόνια σε σχέση με τους ασθενείς που έλαβαν τα τυπικά φάρμακα.
Η μελέτη αυτή είναι αναδρομική και αναφέρεται σε 2000 Ιταλούς ασθενείς με σκλήρυνση οι οποίοι παρακολουθήθηκαν σε ιταλικά ιατρικά κέντρα μεταξύ των ετών 1997 και 2019. Το βέβαιο είναι ότι οι ασθενείς που έλαβαν τα αυτόλογα αιμοποιητικά βλαστοκύτταρα, στο επόμενο διάστημα των 5 ετών είχαν καλύτερη ποιότητα ζωής και καθόλου υποτροπές σε σύγκριση με τους ασθενείς που έλαβαν στο αντίστοιχο διάστημα φαρμακευτική θεραπεία.
Σήμερα η φαρμακευτική αγωγή έχει εξελιχτεί και δεν είναι γνωστό ποια θα ήταν η κατάσταση των ασθενών εάν λάμβαναν τα σημερινά κυκλοφορούντα πιο στοχευμένα φάρμακα.
Για το λόγο αυτόν σήμερα η μελέτη επαναλαμβάνεται στις ΗΠΑ με την ονομασία ΒΕΑΤ-ΜS, όπου η μία ομάδα ασθενών λαμβάνει τα νεότερα ανοσοκατασταλτικά φάρμακα και η δεύτερη αυτόλογη μεταμόσχευση αιμοποιητικών βλαστοκυττάρων. Η μελέτη αναμένεται να λήξει στα επόμενα δύο χρόνια και τότε θα ανακοινωθούν τα αποτελέσματα.
Χρήση αιμοποιητικών βλαστοκυττάρων του ΟΠΑ και μεσεγχυματικών του ιστού του ομφαλίου λώρου για τη θεραπεία της εγκεφαλικής παράλυσης και του αυτισμού. Νεότερα δεδομένα
Η χρήση των αιμοποιητικών βλαστοκυττάρων του ΟΠΑ άρχισε με τη μορφή κλινικών δοκιμών το 2008 και συνεχίζεται μέχρι σήμερα ως καθιερωμένη θεραπεία σε παιδιά με εγκατασταθείσα ή αναμενόμενη να εμφανιστεί εγκεφαλική παράλυση μετά το πρώτο έτος της ζωής τους. Η θεραπεία εφαρμόζεται σε παιδιά με εγκεφαλική παράλυση, ηλικίας έως και 6 ετών και με το δικό τους αυτόλογο ΟΠΑ. Σε όσο πιο μικρή ηλικία πραγματοποιείται η θεραπεία τόσο καλύτερο είναι το θεραπευτικό αποτέλεσμα. Επειδή πολλά παιδιά δεν έχουν αυτόλογα βλαστοκύτταρα το 2020 για πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκε το ΟΠΑ από αδελφό και το 2022 χρησιμοποιήθηκε ΟΠΑ από μη συγγενή συμβατό δότη. Σε κάθε περίπτωση τα βλαστοκύτταρα χορηγούνται ενδοφλέβια και η ασφαλέστερη θεραπεία κατά σειρά είναι η αυτόλογη, στη συνέχεια από αδελφό και τελευταία σε ασφάλεια από άγνωστο δότη. Για το ίδιο θεραπευτικό αποτέλεσμα στην αυτόλογη χρήση απαιτείται ο χαμηλότερος αριθμός χορηγούμενων βλαστοκυττάρων. Οι συχνότερες ανεπιθύμητες αντιδράσεις αφορούσαν την αλλογενή χρήση και με αυξανόμενη σειρά από αδελφό προς άγνωστο δότη. Από άποψη αποτελεσματικότητας, λεπτομερής και αυστηρή νευρολογική αξιολόγηση κατέλεξε στο συμπέρασμα ότι τα μικρότερα σε ηλικία παιδιά σε όλες τις κατηγορίες είχαν σημαντική βελτίωση της κινητικότητας.
Το 2018 για πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκαν τα βλαστοκύτταρα του ιστού του ομφαλίου λώρου για τη θεραπεία του αυτισμού. Στην αυτόλογη χρήση τα υψηλότερης λειτουργικότητας παιδιά και με αυστηρά κριτήρια αξιολόγησης παρουσίασαν σαφή βελτίωση στην ομιλία και την επικοινωνία. Τα ευρήματα αυτά έχουν κατ’ επανάληψη επιβεβαιωθεί και σε παλαιότερες κλινικές μελέτες. Παιδιά τα οποία έλαβαν αλλογενή μεσεγχυματικά βλαστοκύτταρα ένα έτος μετά τη θεραπεία εμφάνισαν αντισώματα έναντι των ξένων βλαστοκυττάρων και για το λόγο αυτό θα συνεχίσουν να παρακολουθούνται. Στην Biohellenika έχουμε επιλέξει τη φύλαξη των μεσεγχυματικών βλαστοκυττάρων από τον ιστό του ομφαλίου λώρου μετά από επεξεργασία, ώστε η παράδοση τους να είναι άμεση, όταν ζητηθούν.
Συνεχίζοντας την αξιολόγηση της αλλογενούς χρήσης των βλαστοκυττάρων του ιστού σε σύγκριση με το ΟΠΑ, μελέτη σε 91 παιδιά με εγκεφαλική παράλυση τα έτη 2018 και 2019 κατέληξε στο συμπέρασμα οτι η αλλογενής χρήση βλαστοκυττάρων του ιστού είχε τις περισσότερες παρενέργειες και επιβεβαιώθηκε εκ νέου η παρουσία αντισωμάτων έναντι των ξένων κυττάρων. Αντίθετα η χρήση του ΟΠΑ αξιολογήθηκε ως η πλέον αποτελεσματική και ασφαλής με μηδενικές παρενέργειες για τα παιδιά που έλαβαν το αυτόλογο ΟΠΑ και με λιγότερες και μη επικίνδυνες για τα παιδιά που έλαβαν αλλογενές, ακόμα και από άγνωστο δότη.
‘Όλα τα ευρήματα καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι το αυτόλογο ΟΠΑ είναι το ασφαλέστερο για τη θεραπεία της εγκεφαλικής παράλυσης και του αυτισμού και με λιγότερες παρενέργειες και ακολουθεί το ΟΠΑ από αδελφό και στη συνέχεια τα αλλογενή βλαστοκύτταρα του ιστού, των οποίων η χορήγηση θα πρέπει να γίνεται κάτω από ιδιαίτερα αυστηρή ιατρική παρακολούθηση.
Σε θεραπεία - ορόσημο με βλαστοκύτταρα υποβλήθηκε ο πρώτος ασθενής με Νόσο του Πάρκινσον
Στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Skåne της Σουηδίας εφαρμόστηκε για πρώτη φορά σε ασθενή με νόσο Πάρκινσον θεραπεία με τη χρήση βλαστοκυττάρων. Τα θεραπευτικά βλαστοκύτταρα προετοιμάστηκαν στα εργαστήρια του Πανεπιστημίου Lund από εμβρυϊκά βλαστοκύτταρα και τοποθετήθηκαν στην παρεγκεφαλίδα με σκοπό να αντικαταστήσουν τους νευρώνες που χάνονται στους ασθενείς που πάσχουν από τη νόσο του Πάρκινσον. Συνολικά 8 ασθενείς από τη Σουηδία και τη Βρετανία οι οποίοι πάσχουν από τη νόσο Πάρκινσον τα τελευταία 10 χρόνια θα λάβουν αυτή τη θεραπεία και ήδη ο ένας εξ αυτών υποβλήθηκε. Οι ερευνητές θα τους παρακολουθούν στενά και θα αξιολογούν την λειτουργία των βλαστοκυττάρων και τις πιθανές επιπτώσεις του μοσχεύματος τα επόμενα χρόνια. Πρόκειται για μια διαδικασία-ορόσημο στον δρόμο προς μια κυτταρική θεραπεία που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη θεραπεία ασθενών με νόσο του Πάρκινσον.
Το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Skåne, όπου πραγματοποιήθηκε η μεταμόσχευση έχει μακρά παράδοση σε αυτό το είδος μικροχειρουργικής επέμβασης. Η επέμβαση στην οποία υποβλήθηκε ο ασθενής ήταν ιδιαίτερα λεπτή, αλλά το συγκεκριμένο νοσοκομείο έχει μεγάλη εμπειρία σε νευροχειρoυργικές επεμβάσεις. Ο ασθενής θα συνεχίζει να παρακολουθείτε σύμφωνα με το πρωτόκολλο της μελέτης.
Σήμερα υπάρχουν περίπου οκτώ εκατομμύρια άνθρωποι που ζουν με τη νόσο του Πάρκινσον παγκοσμίως. Οι ασθενείς παρουσιάζουν προβλήματα ισορροπίας και κίνησης λόγω απώλειας νευρικών κυττάρων της παρεγκεφαλίδας. Η τυπική θεραπεία στηρίζεται σε φάρμακα που αποκαθιστούν την παραγωγή της ντοπαμίνης την οποία φυσιολογικά και σε επαρκείς ποσότητες παράγουν τα νευρικά κύτταρα, αλλά με την πάροδο του χρόνου αυτά τα φάρμακα συχνά γίνονται λιγότερο αποτελεσματικά και προκαλούν παρενέργειες. Μέχρι σήμερα, δεν υπάρχουν θεραπείες που να μπορούν να επιδιορθώσουν τις κατεστραμμένες δομές μέσα στο νευρικό σύστημα ή να αντικαταστήσουν τα νευρικά κύτταρα που έχουν χαθεί. Τα βλαστοκύτταρα που χρησιμοποιήθηκαν σε αυτή την κλινική μελέτη έχουν περάσει από αυστηρές προκλινικές δοκιμές, ώστε να πληρούν τα πρότυπα ποιότητας της σουηδικής νομοθεσίας.
Αυτό που αναμένεται σε αυτόν τον ασθενή και στους επόμενους που θα συμμετέχουν στην εν λόγω κλινική δοκιμή, είναι η πλήρης ενσωμάτωση των βλαστοκυττάρων στους πυρήνες της παρεγκεφαλίδας, η μετατροπή τους σε νέα και υγιή νευρικά κύτταρα, ικανά να παράγουν επαρκείς ποσότητες ντοπαμίνης στον εγκέφαλο, ώστε να επανέλθουν οι φυσιολογικές λειτουργίες στον ασθενή.
Φύλαξη βλαστοκυττάρων Biohellenika - Αριθμός Μ.Α.Ε.: 60077/062/Β/06/0031 Γ.Ε.ΜΗ: 58882804000 - Κατασκευή Ιστοσελίδων Hexabit - W3C - Pagespeed